ομοπληθής: Difference between revisions

From LSJ

Ξενία χαλεπὴ κατὰ πολλοὺς τρόπους → Gravis res multimodis peregrinatio → Die Fremde (Gastfreundschaft) ist in vieler Hinsicht eine Last

Menander, Monostichoi, 395
(28)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὁμοπληθής]], -ές (Α)<br /><b>1.</b> [[ίσος]] [[κατά]] το [[πλήθος]], [[ισάριθμος]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ὁμοπληθῆ εἴδη»<br /><b>μαθημ.</b> σειρές ή τάξεις που περιέχουν το ίδιο [[πλήθος]] μονάδων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ομ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>πληθής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πλήθος]]), <b>πρβλ.</b> <i>πολυ</i>-<i>πληθής</i>].
|mltxt=[[ὁμοπληθής]], -ές (Α)<br /><b>1.</b> [[ίσος]] [[κατά]] το [[πλήθος]], [[ισάριθμος]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ὁμοπληθῆ εἴδη»<br /><b>μαθημ.</b> σειρές ή τάξεις που περιέχουν το ίδιο [[πλήθος]] μονάδων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ομ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>πληθής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πλήθος]]), [[πρβλ]]. [[πολυπληθής]]].
}}
}}

Latest revision as of 10:40, 10 May 2023

Greek Monolingual

ὁμοπληθής, -ές (Α)
1. ίσος κατά το πλήθος, ισάριθμος
2. φρ. «ὁμοπληθῆ εἴδη»
μαθημ. σειρές ή τάξεις που περιέχουν το ίδιο πλήθος μονάδων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ομ(ο)- + -πληθής (< πλήθος), πρβλ. πολυπληθής].