πολυαύλαξ: Difference between revisions

From LSJ

πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention

Source
(33)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, ἡ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[πολλά]] αυλάκια<br /><b>2.</b> <b>συνεκδ.</b> αυτός που ποτίζεται με [[πολλά]] αυλάκια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[αὖλαξ]], -<i>ακος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>ολιγ</i>-<i>αύλαξ</i>)].
|mltxt=ὁ, ἡ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[πολλά]] αυλάκια<br /><b>2.</b> <b>συνεκδ.</b> αυτός που ποτίζεται με [[πολλά]] αυλάκια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[αὖλαξ]], -<i>ακος</i> ([[πρβλ]]. [[ολιγαύλαξ]])].
}}
}}

Latest revision as of 16:05, 11 May 2023

Greek Monolingual

ὁ, ἡ, Α
1. αυτός που έχει πολλά αυλάκια
2. συνεκδ. αυτός που ποτίζεται με πολλά αυλάκια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + αὖλαξ, -ακος (πρβλ. ολιγαύλαξ)].