матереубийца: Difference between revisions

From LSJ

ἅλμην πιόντες ἐξαπῆλθον τοῦ βίου → they drank seawater and departed from life

Source
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{ruel
{{ruel
|rueltext=[[μητραλοίας]], [[μητραλῴας]], [[μητροκτόνος]], [[μητροφόνος]], [[ματροφόνος]]
|rueltext=[[ματροφόνος]], [[μητραλοίας]], [[μητραλοίης]], [[μητραλῴας]], [[μητροκτόνος]], [[μητρολέτης]], [[μητρολώας]], [[μητρολῴας]], [[μητρορραίστης]], [[μητροφόνος]]
}}
}}
{{trml
{{trml

Revision as of 08:14, 15 May 2023

Russian > Greek

ματροφόνος, μητραλοίας, μητραλοίης, μητραλῴας, μητροκτόνος, μητρολέτης, μητρολώας, μητρολῴας, μητρορραίστης, μητροφόνος

Translations

matricide

Armenian: մայրասպան; Czech: matkovrah; French: matricide; German: Muttermörder, Muttermörderin; Greek: μητροκτόνος; Ancient Greek: μητραλοίας, μητρολῴας, μητρολώας, μητραλοίης, μητροκτόνος, μητρολέτης, μητρορραίστης, μητροφόνος; Irish: marfóir máthar; Latin: matricida; Polish: matkobójca, matkobójczyni; Portuguese: matricida; Russian: матереубийца; Serbo-Croatian Roman: materoubica, majkoubica; Swedish: modermördare