ἐνικάτθεο: Difference between revisions

From LSJ

Κακοῦ μεταβολὴν ἀνδρὸς οὐ δεῖ προσδοκᾶν → Non exspectandus improbi flexus viri → Auf Wandel eines schlechten Mannes warte nicht

Menander, Monostichoi, 282
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=enikattheo
|Transliteration C=enikattheo
|Beta Code=e)nika/tqeo
|Beta Code=e)nika/tqeo
|Definition=ἐνι-κάτθετο, Ep. aor. 2 of [[ἐγκατατίθημι]].
|Definition=ἐνικάτθετο, Ep. aor. 2 of [[ἐγκατατίθημι]].
}}
}}
{{elru
{{elru
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐνικάτθεο:''' ἐνικάτθετο, Επικ. αντί <i>ἐγκαταθοῦ</i>, <i>ἐγκατέθετο</i> και βʹ ενικ. Μέσ. αορ. βʹ του [[ἐγκατατίθημι]].
|lsmtext='''ἐνικάτθεο:''' ἐνικάτθετο, Επικ. αντί <i>ἐγκαταθοῦ</i>, <i>ἐγκατέθετο</i> και βʹ ενικ. Μέσ. αορ. βʹ του [[ἐγκατατίθημι]].
}}
}}

Latest revision as of 09:45, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐνικάτθεο Medium diacritics: ἐνικάτθεο Low diacritics: ενικάτθεο Capitals: ΕΝΙΚΑΤΘΕΟ
Transliteration A: enikáttheo Transliteration B: enikattheo Transliteration C: enikattheo Beta Code: e)nika/tqeo

English (LSJ)

ἐνικάτθετο, Ep. aor. 2 of ἐγκατατίθημι.

Russian (Dvoretsky)

ἐνικάτθεο: Hes. 2 л. sing. imper. к ἐγκατατίθημι.

Greek (Liddell-Scott)

ἐνικάτθεο: ἐνικάτθετο, Ἐπικ. ἀόρ. β΄ τοῦ ἐγκατατίθημι.

Greek Monotonic

ἐνικάτθεο: ἐνικάτθετο, Επικ. αντί ἐγκαταθοῦ, ἐγκατέθετο και βʹ ενικ. Μέσ. αορ. βʹ του ἐγκατατίθημι.