ἐλαφίς: Difference between revisions

From LSJ

Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=elafis
|Transliteration C=elafis
|Beta Code=e)lafi/s
|Beta Code=e)lafi/s
|Definition=ίδος, ἡ, a <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[bird]], perh. [[heron]] or [[egret]], <span class="bibl">Dionys.<span class="title">Av.</span>2.11</span>.</span>
|Definition=-ίδος, ἡ, a [[bird]], perhaps [[heron]] or [[egret]], Dionys.''Av.''2.11.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ίδος, ἡ<br />orn., cierta [[ave acuática]] quizá la [[garza]] D.P.<i>Au</i>.2.12.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐλαφίς''': -ίδος, ἡ, [[ὄρνεον]] ἔχον πτερὰ ὅμοια πρὸς τὰς τρίχας ἐλάφου καὶ γλῶσσαν μεγίστην, ἣν ἀφίνει εἰς τὸ [[ὕδωρ]] ὡς ὁρμιὰν καὶ οὕτω συλλαμβάνει ἰχθῦς, Παράφρ. τῶν Ὀππ. Ἰξευτικ. Β. 11.
|lstext='''ἐλαφίς''': -ίδος, ἡ, [[ὄρνεον]] ἔχον πτερὰ ὅμοια πρὸς τὰς τρίχας ἐλάφου καὶ γλῶσσαν μεγίστην, ἣν ἀφίνει εἰς τὸ [[ὕδωρ]] ὡς ὁρμιὰν καὶ οὕτω συλλαμβάνει ἰχθῦς, Παράφρ. τῶν Ὀππ. Ἰξευτικ. Β. 11.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ίδος, ἡ<br />orn., cierta [[ave acuática]] quizá la [[garza]] D.P.<i>Au</i>.2.12.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br />[[γένος]] φιδιών της οικογένειας τών κολουβριδών.
|mltxt=η<br />[[γένος]] φιδιών της οικογένειας τών κολουβριδών.
}}
}}

Latest revision as of 11:52, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐλᾰφίς Medium diacritics: ἐλαφίς Low diacritics: ελαφίς Capitals: ΕΛΑΦΙΣ
Transliteration A: elaphís Transliteration B: elaphis Transliteration C: elafis Beta Code: e)lafi/s

English (LSJ)

-ίδος, ἡ, a bird, perhaps heron or egret, Dionys.Av.2.11.

Spanish (DGE)

-ίδος, ἡ
orn., cierta ave acuática quizá la garza D.P.Au.2.12.

German (Pape)

[Seite 792] ίδος, ἡ, ein Vogel, Eutecn. par. Opp. Ix. 2, 11.

Greek (Liddell-Scott)

ἐλαφίς: -ίδος, ἡ, ὄρνεον ἔχον πτερὰ ὅμοια πρὸς τὰς τρίχας ἐλάφου καὶ γλῶσσαν μεγίστην, ἣν ἀφίνει εἰς τὸ ὕδωρ ὡς ὁρμιὰν καὶ οὕτω συλλαμβάνει ἰχθῦς, Παράφρ. τῶν Ὀππ. Ἰξευτικ. Β. 11.

Greek Monolingual

η
γένος φιδιών της οικογένειας τών κολουβριδών.