ἀνισογώνιος: Difference between revisions

From LSJ

δήλωσιν ποιούμενος ὅτι ὁ ἐντυγχάνων τοῖς τε λίθοις καὶ τοξεύμασι διεφθείρετο → intimating that it was a mere matter of chance who was hit and killed by stones and bow-shots

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=anisogonios
|Transliteration C=anisogonios
|Beta Code=a)nisogw/nios
|Beta Code=a)nisogw/nios
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[having unequal angles]], <span class="bibl">Iamb. <span class="title">in Nic.</span>p.93P.</span></span>
|Definition=ἀνισογώνιον, [[having unequal angles]], Iamb. ''in Nic.''p.93P.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[que tiene ángulos desiguales]] ἀριθμοί Iambl.<i>in Nic</i>.p.93.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνῐσογώνιος''': -ον, ὁ ἔχων ἀνίσους γωνίας, Ἰάμβλ. ἐν Νικομ. 131.
|lstext='''ἀνῐσογώνιος''': -ον, ὁ ἔχων ἀνίσους γωνίας, Ἰάμβλ. ἐν Νικομ. 131.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[que tiene ángulos desiguales]] ἀριθμοί Iambl.<i>in Nic</i>.p.93.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο (Α [[ἀνισογώνιος]], -ον)<br />(για γεωμετρικά σχήματα) αυτός που έχει άνισες γωνίες.
|mltxt=-α, -ο (Α [[ἀνισογώνιος]], -ον)<br />(για γεωμετρικά σχήματα) αυτός που έχει άνισες γωνίες.
}}
}}

Latest revision as of 11:57, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνῐσογώνιος Medium diacritics: ἀνισογώνιος Low diacritics: ανισογώνιος Capitals: ΑΝΙΣΟΓΩΝΙΟΣ
Transliteration A: anisogṓnios Transliteration B: anisogōnios Transliteration C: anisogonios Beta Code: a)nisogw/nios

English (LSJ)

ἀνισογώνιον, having unequal angles, Iamb. in Nic.p.93P.

Spanish (DGE)

-ον
que tiene ángulos desiguales ἀριθμοί Iambl.in Nic.p.93.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνῐσογώνιος: -ον, ὁ ἔχων ἀνίσους γωνίας, Ἰάμβλ. ἐν Νικομ. 131.

Greek Monolingual

-α, -ο (Α ἀνισογώνιος, -ον)
(για γεωμετρικά σχήματα) αυτός που έχει άνισες γωνίες.