νηκτρίς: Difference between revisions

From LSJ

Ἢ μὴ γάμει τὸ σύνολον ἢ γαμῶν κράτει → Aut caelebs vive aut dominus uxori tuae → Bleib ledig oder herrsche über deine Frau

Menander, Monostichoi, 215
(27)
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=niktris
|Transliteration C=niktris
|Beta Code=nhktri/s
|Beta Code=nhktri/s
|Definition=ίδος, ἡ, fem. of <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> νήκτης, ν. ἐλαία <span class="bibl">Poll. 6.45</span>; cf. [[κολυμβάς]].</span>
|Definition=-ίδος, ἡ, fem. of νήκτης, ν. ἐλαία Poll. 6.45; cf. [[κολυμβάς]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''νηκτρίς''': -ίδος, ἡ, θηλυκ. τοῦ [[νήκτης]], νηκτρίδες (δηλ. ἐλᾶαι) = κολυμβάδες, [[Πολυδ]]. ϛʹ, 45· ἴδε [[κολυμβάς]].
|lstext='''νηκτρίς''': -ίδος, ἡ, θηλυκ. τοῦ [[νήκτης]], νηκτρίδες (δηλ. ἐλᾶαι) = κολυμβάδες, Πολυδ. ϛʹ, 45· ἴδε [[κολυμβάς]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[νηκτρίς]], ἡ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[νήκτης]].
|mltxt=[[νηκτρίς]], ἡ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[νήκτης]].
}}
{{pape
|ptext=ίδος, ἡ, fem. zu [[νήκτης]], <i>[[Schwimmerin]]</i>, Sp., [[ἐλαία]], = [[κολυμβάς]].
}}
}}

Latest revision as of 12:02, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νηκτρίς Medium diacritics: νηκτρίς Low diacritics: νηκτρίς Capitals: ΝΗΚΤΡΙΣ
Transliteration A: nēktrís Transliteration B: nēktris Transliteration C: niktris Beta Code: nhktri/s

English (LSJ)

-ίδος, ἡ, fem. of νήκτης, ν. ἐλαία Poll. 6.45; cf. κολυμβάς.

Greek (Liddell-Scott)

νηκτρίς: -ίδος, ἡ, θηλυκ. τοῦ νήκτης, νηκτρίδες (δηλ. ἐλᾶαι) = κολυμβάδες, Πολυδ. ϛʹ, 45· ἴδε κολυμβάς.

Greek Monolingual

νηκτρίς, ἡ (Α)
βλ. νήκτης.

German (Pape)

ίδος, ἡ, fem. zu νήκτης, Schwimmerin, Sp., ἐλαία, = κολυμβάς.