ἀρθροκηδής: Difference between revisions
From LSJ
θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei
(6_8) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(8 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=arthrokidis | |Transliteration C=arthrokidis | ||
|Beta Code=a)rqrokhdh/s | |Beta Code=a)rqrokhdh/s | ||
|Definition= | |Definition=ἀρθροκηδές, [[limb-distressing]], πόνοι Luc. ''Trag.''15. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ές [[que afecta a las articulaciones]] πόνοι Luc.<i>Trag</i>.15. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀρθροκηδής''': -ές, ὁ τὰ ἄρθρα τοῦ σώματος λυμαινόμενος, ἀρθροκηδέσιν πόνοις Λουκ. Τραγῳδοποδάγρα 15. | |lstext='''ἀρθροκηδής''': -ές, ὁ τὰ ἄρθρα τοῦ σώματος λυμαινόμενος, ἀρθροκηδέσιν πόνοις Λουκ. Τραγῳδοποδάγρα 15. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀρθροκηδής]] (-οῦς), -ές (Α)<br />[[ενοχλητικός]] στις αρθρώσεις.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>άρθρον</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>κηδής</i> <span style="color: red;"><</span> [[κήδος]]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:07, 25 August 2023
English (LSJ)
ἀρθροκηδές, limb-distressing, πόνοι Luc. Trag.15.
Spanish (DGE)
-ές que afecta a las articulaciones πόνοι Luc.Trag.15.
Greek (Liddell-Scott)
ἀρθροκηδής: -ές, ὁ τὰ ἄρθρα τοῦ σώματος λυμαινόμενος, ἀρθροκηδέσιν πόνοις Λουκ. Τραγῳδοποδάγρα 15.
Greek Monolingual
ἀρθροκηδής (-οῦς), -ές (Α)
ενοχλητικός στις αρθρώσεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άρθρον + -κηδής < κήδος].