αὐλακοειδής: Difference between revisions

From LSJ

Οὐκ ἔστι σιγᾶν αἰσχρόν, ἀλλ' εἰκῆ λαλεῖν → Silere non est turpe, sed frustra loqui → nicht Schweigen schändet, sondern Schwätzen auf gut Glück

Menander, Monostichoi, 417
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
m (LSJ1 replacement)
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=avlakoeidis
|Transliteration C=avlakoeidis
|Beta Code=au)lakoeidh/s
|Beta Code=au)lakoeidh/s
|Definition=ές, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[furrow-like]], γραμμή <span class="bibl">Eust.598.34</span>.</span>
|Definition=αὐλακοειδές, [[furrow-like]], γραμμή Eust.598.34.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ές [[en forma de surco]], [[γραμμή]] Eust.598.25.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''αὐλακοειδής''': -ές, ὁ ἔχων [[σχῆμα]] αὔλακος, Εὐστ. σ. 455. 37.
|lstext='''αὐλακοειδής''': -ές, ὁ ἔχων [[σχῆμα]] αὔλακος, Εὐστ. σ. 455. 37.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ές [[en forma de surco]], [[γραμμή]] Eust.598.25.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και αυλακώδης, -ες (Μ [[αὐλακοειδής]] και [[αὐλακώδης]], -ες)<br />αυτός που έχει [[σχήμα]] αυλακιού.
|mltxt=και αυλακώδης, -ες (Μ [[αὐλακοειδής]] και [[αὐλακώδης]], -ες)<br />αυτός που έχει [[σχήμα]] αυλακιού.
}}
}}

Latest revision as of 12:18, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αὐλᾰκοειδής Medium diacritics: αὐλακοειδής Low diacritics: αυλακοειδής Capitals: ΑΥΛΑΚΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: aulakoeidḗs Transliteration B: aulakoeidēs Transliteration C: avlakoeidis Beta Code: au)lakoeidh/s

English (LSJ)

αὐλακοειδές, furrow-like, γραμμή Eust.598.34.

Spanish (DGE)

-ές en forma de surco, γραμμή Eust.598.25.

Greek (Liddell-Scott)

αὐλακοειδής: -ές, ὁ ἔχων σχῆμα αὔλακος, Εὐστ. σ. 455. 37.

Greek Monolingual

και αυλακώδης, -ες (Μ αὐλακοειδής και αὐλακώδης, -ες)
αυτός που έχει σχήμα αυλακιού.