αὐλακοειδής

From LSJ

Εὑρεῖν τὸ δίκαιον πανταχῶς οὐ ῥᾴδιον → Difficile inventu est iustum, ubi ubi quaesiveris → Zu finden, was gerecht ist, ist durchaus nicht leicht

Menander, Monostichoi, 178
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αὐλᾰκοειδής Medium diacritics: αὐλακοειδής Low diacritics: αυλακοειδής Capitals: ΑΥΛΑΚΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: aulakoeidḗs Transliteration B: aulakoeidēs Transliteration C: avlakoeidis Beta Code: au)lakoeidh/s

English (LSJ)

αὐλακοειδές, furrow-like, γραμμή Eust.598.34.

Spanish (DGE)

-ές en forma de surco, γραμμή Eust.598.25.

Greek (Liddell-Scott)

αὐλακοειδής: -ές, ὁ ἔχων σχῆμα αὔλακος, Εὐστ. σ. 455. 37.

Greek Monolingual

και αυλακώδης, -ες (Μ αὐλακοειδής και αὐλακώδης, -ες)
αυτός που έχει σχήμα αυλακιού.