σκοπευτήριον: Difference between revisions

From LSJ

Εὔπειστον ἀνὴρ δυστυχὴς καὶ λυπούμενος → Concinnat luctus suspicacem et miseria → Leichtgläubig ist ein Mann im Unglück und im Leid

Menander, Monostichoi, 183
(a)
 
(6_21)
 
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0903.png Seite 903]] τό, = [[σκοπιά]], Euseb.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0903.png Seite 903]] τό, = [[σκοπιά]], Euseb.
}}
{{ls
|lstext='''σκοπευτήριον''': τό, = [[σκοπιά]], [[τόπος]] [[ὑψηλός]], ἐφ’ οὗ τις ἱστάμενος παρατηρεῖ ἢ κατασκοπεύει ἢ δίδει σημεῖα, Ὠριγέν. 2. 745D, κ. ἀλλ.
}}
}}

Latest revision as of 10:16, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 903] τό, = σκοπιά, Euseb.

Greek (Liddell-Scott)

σκοπευτήριον: τό, = σκοπιά, τόπος ὑψηλός, ἐφ’ οὗ τις ἱστάμενος παρατηρεῖ ἢ κατασκοπεύει ἢ δίδει σημεῖα, Ὠριγέν. 2. 745D, κ. ἀλλ.