ἀδιαίρετος: Difference between revisions

From LSJ

Ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ' ἂν πάθοις βλάβην → Minus dolebis, quo hostibus credes minus → Dem Feind misstrauend bleibst von Schaden du verschont

Menander, Monostichoi, 164
(6_18)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀδιαίρετος''': -ον, ὁ μὴ διαιρεθείς, Ἀριστ. Πολ. 2. 3, 6, ἀλλ. 2) ὁ μὴ [[διαιρετός]], ὡς τὸ [[ἀμερής]], ὁ αὐτ. Φυσ. 6. 1, 1. - Μεταφ., 9. 1, καὶ ἀλλ.· συγκρ., ἧττον [[διαιρετός]], ὁ αὐτ. - Ἐπίρρ. -τως, Φρύν. 443, Συλλ. Ἐπιγρ. 8962. ΙΙ. μ. γεν. [[ἀχώριστος]] ἀπὸ... Ἐκκλ.
|lstext='''ἀδιαίρετος''': -ον, ὁ μὴ διαιρεθείς, Ἀριστ. Πολ. 2. 3, 6, ἀλλ. 2) ὁ μὴ [[διαιρετός]], ὡς τὸ [[ἀμερής]], ὁ αὐτ. Φυσ. 6. 1, 1. - Μεταφ., 9. 1, καὶ ἀλλ.· συγκρ., ἧττον [[διαιρετός]], ὁ αὐτ. - Ἐπίρρ. -τως, Φρύν. 443, Συλλ. Ἐπιγρ. 8962. ΙΙ. μ. γεν. [[ἀχώριστος]] ἀπὸ... Ἐκκλ.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> non divisé;<br /><b>2</b> indivisible.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[διαιρέω]].
}}
}}

Revision as of 19:27, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀδιαίρετος Medium diacritics: ἀδιαίρετος Low diacritics: αδιαίρετος Capitals: ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΣ
Transliteration A: adiaíretos Transliteration B: adiairetos Transliteration C: adiairetos Beta Code: a)diai/retos

English (LSJ)

ον,

   A undivided, Arist.Pol.1265b4; χώρα SIG141.10 (Corc. Nigr.), cf. BGU1119.9 (i. B.C.), etc.    2 indivisible, like ἀμερής, Arist.Ph.231b3, al.; Comp., less divisible, Metaph.1052a21. Adv. -τως Phryn.146 (interp.).    II Act., not having divided joint property, ἀδελφοί Sor.2.1.

Greek (Liddell-Scott)

ἀδιαίρετος: -ον, ὁ μὴ διαιρεθείς, Ἀριστ. Πολ. 2. 3, 6, ἀλλ. 2) ὁ μὴ διαιρετός, ὡς τὸ ἀμερής, ὁ αὐτ. Φυσ. 6. 1, 1. - Μεταφ., 9. 1, καὶ ἀλλ.· συγκρ., ἧττον διαιρετός, ὁ αὐτ. - Ἐπίρρ. -τως, Φρύν. 443, Συλλ. Ἐπιγρ. 8962. ΙΙ. μ. γεν. ἀχώριστος ἀπὸ... Ἐκκλ.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
1 non divisé;
2 indivisible.
Étymologie: ἀ, διαιρέω.