ἀνδροσφαγεῖον: Difference between revisions
From LSJ
φελένη καὶ φάναξ καὶ φοῖκος καὶ φαήρ → Ἑλένη καὶ ἄναξ καὶ οἶκος καὶ ἀήρ | Helen, lord, house, and air
(6_21) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνδροσφαγεῖον''': τό, [[μέρος]] [[ἔνθα]] σφάζονται ἄνδρες, ἐκ διορθώσεως τοῦ Dobree ἐν Αἰσχύλ. Ἀγ. 1092 ἀντὶ ἀνδρὸς [[σφαγεῖον]]. | |lstext='''ἀνδροσφαγεῖον''': τό, [[μέρος]] [[ἔνθα]] σφάζονται ἄνδρες, ἐκ διορθώσεως τοῦ Dobree ἐν Αἰσχύλ. Ἀγ. 1092 ἀντὶ ἀνδρὸς [[σφαγεῖον]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (τό) :<br />endroit où l’on égorge des hommes.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνήρ]], [[σφάζω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:42, 9 August 2017
English (LSJ)
τό,
A slaughter-house of men, A.Ag.1092 (Dobree, for ἀνδρὸς σφαγεῖον).
Greek (Liddell-Scott)
ἀνδροσφαγεῖον: τό, μέρος ἔνθα σφάζονται ἄνδρες, ἐκ διορθώσεως τοῦ Dobree ἐν Αἰσχύλ. Ἀγ. 1092 ἀντὶ ἀνδρὸς σφαγεῖον.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
endroit où l’on égorge des hommes.
Étymologie: ἀνήρ, σφάζω.