Μεθύδριον: Difference between revisions

From LSJ

γλῶσσα πολλοὺς εἰς ὄλεθρον ἤγαγεν → Multis hominibus lingua perniciem attulit → Die Zunge brachte viele ins Verderben schon

Menander, Monostichoi, 205
(6_21)
 
(Bailly1_3)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''Μεθύδριον''': τό, [[κυρίως]] ὁ μεταξὺ ὑδάτων [[τόπος]], [[ὄνομα]] πόλεως ἢ τόπου ἐν τῷ κέντρῳ τῆς Ἀρκαδίας, [[ὁπόθεν]] τὰ ὕδατα ἔρρεον κατ’ ἐναντίας διευθύνσεις, τὰ μὲν πρὸς βορρᾶν, τὰ δὲ πρὸς νότον (πρβλ. τὸ Ἰταλ. Inter-amnia), Θουκ. 5. 58.
|lstext='''Μεθύδριον''': τό, [[κυρίως]] ὁ μεταξὺ ὑδάτων [[τόπος]], [[ὄνομα]] πόλεως ἢ τόπου ἐν τῷ κέντρῳ τῆς Ἀρκαδίας, [[ὁπόθεν]] τὰ ὕδατα ἔρρεον κατ’ ἐναντίας διευθύνσεις, τὰ μὲν πρὸς βορρᾶν, τὰ δὲ πρὸς νότον (πρβλ. τὸ Ἰταλ. Inter-amnia), Θουκ. 5. 58.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />Méthydrion (« Entraigues »), <i>ville d’Arcadie</i>.<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[ὕδωρ]].
}}
}}

Revision as of 20:02, 9 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

Μεθύδριον: τό, κυρίως ὁ μεταξὺ ὑδάτων τόπος, ὄνομα πόλεως ἢ τόπου ἐν τῷ κέντρῳ τῆς Ἀρκαδίας, ὁπόθεν τὰ ὕδατα ἔρρεον κατ’ ἐναντίας διευθύνσεις, τὰ μὲν πρὸς βορρᾶν, τὰ δὲ πρὸς νότον (πρβλ. τὸ Ἰταλ. Inter-amnia), Θουκ. 5. 58.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
Méthydrion (« Entraigues »), ville d’Arcadie.
Étymologie: μετά, ὕδωρ.