ἀδιαπόνητος: Difference between revisions
From LSJ
ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends
(6_18) |
(big3_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀδιαπόνητος''': -ον, ὁ μὴ διαπονηθείς, ὅν τις δὲν ἀπετέλεσεν ἐξ ὁλοκλήρου, -[[ἀχώνευτος]], Ἀθήν. 402D. | |lstext='''ἀδιαπόνητος''': -ον, ὁ μὴ διαπονηθείς, ὅν τις δὲν ἀπετέλεσεν ἐξ ὁλοκλήρου, -[[ἀχώνευτος]], Ἀθήν. 402D. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον [[difícil de digerir]] κρέα Ath.402d. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:46, 21 August 2017
English (LSJ)
ον,
A undigested, κρέα Ath.9.402d.
Greek (Liddell-Scott)
ἀδιαπόνητος: -ον, ὁ μὴ διαπονηθείς, ὅν τις δὲν ἀπετέλεσεν ἐξ ὁλοκλήρου, -ἀχώνευτος, Ἀθήν. 402D.
Spanish (DGE)
-ον difícil de digerir κρέα Ath.402d.