ἀθλοθεσία: Difference between revisions

From LSJ

ὦ πλοῦτε καὶ τυραννὶ καὶ τέχνη τέχνης ὑπερφέρουσα τῷ πολυζήλῳ βίῳ → o wealth, and tyranny, and supreme skill exceedingly envied in life

Source
(6_9)
(big3_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀθλοθεσία''': ἢ -θετία, ἡ, τὸ [[ἀξίωμα]] τοῦ ἀθλοθέτου, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 585, [[ἔνθα]] ἴδε Δινδ. πρβλ. Λοβ. Φρύν. 510.
|lstext='''ἀθλοθεσία''': ἢ -θετία, ἡ, τὸ [[ἀξίωμα]] τοῦ ἀθλοθέτου, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 585, [[ἔνθα]] ἴδε Δινδ. πρβλ. Λοβ. Φρύν. 510.
}}
{{DGE
|dgtxt=v. [[ἀθλοθετία]].
}}
}}

Revision as of 11:53, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀθλοθεσία Medium diacritics: ἀθλοθεσία Low diacritics: αθλοθεσία Capitals: ΑΘΛΟΘΕΣΙΑ
Transliteration A: athlothesía Transliteration B: athlothesia Transliteration C: athlothesia Beta Code: a)qloqesi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A office of ἀθλοθέτης IG22.1368.131 (Athens, ii A. D.): —also ἀθλο-θετία, ἡ, Ar.Fr.739a.

German (Pape)

[Seite 47] ἡ, das Kampfpreisaussetzen, Poll. 3, 140.

Greek (Liddell-Scott)

ἀθλοθεσία: ἢ -θετία, ἡ, τὸ ἀξίωμα τοῦ ἀθλοθέτου, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 585, ἔνθα ἴδε Δινδ. πρβλ. Λοβ. Φρύν. 510.

Spanish (DGE)

v. ἀθλοθετία.