ἀντημοιβός: Difference between revisions
From LSJ
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
(6_16) |
(big3_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀντημοιβός''': -όν, Ἐπ. ἀντὶ [[ἀνταμοιβός]], ἀνταποκρινόμενος, ἁρμόζων, τοῦτό τοι ἀντημοιβὸν ἁλίπλοοι οὔνομ’ ἔθεντο Καλλ. εἰς Δῆλον 52. | |lstext='''ἀντημοιβός''': -όν, Ἐπ. ἀντὶ [[ἀνταμοιβός]], ἀνταποκρινόμενος, ἁρμόζων, τοῦτό τοι ἀντημοιβὸν ἁλίπλοοι οὔνομ’ ἔθεντο Καλλ. εἰς Δῆλον 52. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-όν<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> tb. [[ἀνταμοιβός]] <i>PMasp</i>.151.257 (VI d.C.)<br /><b class="num">1</b> [[que corresponde]], [[que conviene]] οὔνομα Call.<i>Del</i>.52.<br /><b class="num">2</b> subst. τὰ ἀ. [[represalias]], <i>PMasp</i>.151.251 (VI d.C.). | |||
}} | }} |
Revision as of 12:14, 21 August 2017
English (LSJ)
όν, Ep. for ἀνταμοιβός,
A corresponding, Call.Del.52.
German (Pape)
[Seite 248] ion. für ἀνταμοιβός, Call. Dei. 52, vergeltend, Conj. für ἀντίμοιβος.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντημοιβός: -όν, Ἐπ. ἀντὶ ἀνταμοιβός, ἀνταποκρινόμενος, ἁρμόζων, τοῦτό τοι ἀντημοιβὸν ἁλίπλοοι οὔνομ’ ἔθεντο Καλλ. εἰς Δῆλον 52.
Spanish (DGE)
-όν
• Alolema(s): tb. ἀνταμοιβός PMasp.151.257 (VI d.C.)
1 que corresponde, que conviene οὔνομα Call.Del.52.
2 subst. τὰ ἀ. represalias, PMasp.151.251 (VI d.C.).