ἀξιοπιστία: Difference between revisions

From LSJ

τους φίλους λόγων τέχναιν επαίδευσας → Using 2 artifices, you educated (taught) those who love rhetoric.

Source
(6_11)
(big3_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀξιοπιστία''': ἡ, τὸ εἶναί τινα ἀξιόπιστον, Διόδ. 1. 23. 2) τὸ φαίνεσθαι ἀξιόπιστον, τὸ εὐλογοφανές, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Π. 1. 22, 2.
|lstext='''ἀξιοπιστία''': ἡ, τὸ εἶναί τινα ἀξιόπιστον, Διόδ. 1. 23. 2) τὸ φαίνεσθαι ἀξιόπιστον, τὸ εὐλογοφανές, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Π. 1. 22, 2.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[credibilidad]] ἡ γὰρ τῶν ποιημάτων χάρις ἀξιοπιστίαν τινὰ τοῖς λεγομένοις περιτίθησι Hipparch.1.1.7, ἔχειν ἀξιοπιστίαν Phld.<i>Rh</i>.p.85Aur., cf. D.S.1.23, Alex.<i>Fig</i>.1.17, Longin.16.2.<br /><b class="num">2</b> [[verosimilitud]] προορῶμαι τὴν μέλλουσαν ἀ. I.<i>BI</i> 1.627.<br /><b class="num">3</b> [[crédito]] en transacciones comerciales, Tat.<i>Orat</i>.25.
}}
}}

Revision as of 12:14, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀξιοπιστία Medium diacritics: ἀξιοπιστία Low diacritics: αξιοπιστία Capitals: ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ
Transliteration A: axiopistía Transliteration B: axiopistia Transliteration C: aksiopistia Beta Code: a)ciopisti/a

English (LSJ)

ἡ,

   A trustworthiness, Hipparch.1.1.7, Phld.Rh.1.45S., D.S.1.23, Longin. 16.2, etc.    2 plausibility, J.BJ1.32.2; credibility, Alex.Fig.1.17.

German (Pape)

[Seite 270] ἡ, Glaubwürdigkeit, D. Sic. 1, 23; Strab.

Greek (Liddell-Scott)

ἀξιοπιστία: ἡ, τὸ εἶναί τινα ἀξιόπιστον, Διόδ. 1. 23. 2) τὸ φαίνεσθαι ἀξιόπιστον, τὸ εὐλογοφανές, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Π. 1. 22, 2.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 credibilidad ἡ γὰρ τῶν ποιημάτων χάρις ἀξιοπιστίαν τινὰ τοῖς λεγομένοις περιτίθησι Hipparch.1.1.7, ἔχειν ἀξιοπιστίαν Phld.Rh.p.85Aur., cf. D.S.1.23, Alex.Fig.1.17, Longin.16.2.
2 verosimilitud προορῶμαι τὴν μέλλουσαν ἀ. I.BI 1.627.
3 crédito en transacciones comerciales, Tat.Orat.25.