ἀποκεκληρωμένως: Difference between revisions
From LSJ
Ἔνιοι κακῶς φρονοῦσι πράττοντες καλῶς → Multi bonis in rebus haud sapiunt bene → Trotz ihres Wohlergehens denken manche schlecht
(6_6) |
(big3_6) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀποκεκληρωμένως''': ἐπίρρ. μετοχ. παθ. πρκμ., διὰ κλήρου, εἰκῇ, κατὰ τύχην, Ἰω. Χρυσ. | |lstext='''ἀποκεκληρωμένως''': ἐπίρρ. μετοχ. παθ. πρκμ., διὰ κλήρου, εἰκῇ, κατὰ τύχην, Ἰω. Χρυσ. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=adv. sobre el part. perf. de [[ἀποκληρόω]] [[tajante]], [[específicamente]] οὐ γὰρ ἀ. τοὺς ἰδιώτας ἐκάλει καὶ τοὺς σοφοὺς ἠφίει Chrys.M.61.39. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:15, 21 August 2017
German (Pape)
[Seite 306] durch das Loos, Chrysost.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποκεκληρωμένως: ἐπίρρ. μετοχ. παθ. πρκμ., διὰ κλήρου, εἰκῇ, κατὰ τύχην, Ἰω. Χρυσ.
Spanish (DGE)
adv. sobre el part. perf. de ἀποκληρόω tajante, específicamente οὐ γὰρ ἀ. τοὺς ἰδιώτας ἐκάλει καὶ τοὺς σοφοὺς ἠφίει Chrys.M.61.39.