ἀπροσκόλλητος: Difference between revisions
From LSJ
ῥεῖα δ' ἀρίζηλον μινύθει καὶ ἄδηλον ἀέξει, ῥεῖα δέ τ' ἰθύνει σκολιὸν καὶ ἀγήνορα κάρφει → easily he humbles the proud and raises the obscure, and easily he straightens the crooked and blasts the proud (Hesiod, Works and Days 6-8)
(6_18) |
(big3_6) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπροσκόλλητος''': -ον, ὁ μὴ προσκεκολλημένος, πράγματι [[ἀπροσκόλλητος]] ὢν ἐκείνῳ Εὐστ. 1940. 20. | |lstext='''ἀπροσκόλλητος''': -ον, ὁ μὴ προσκεκολλημένος, πράγματι [[ἀπροσκόλλητος]] ὢν ἐκείνῳ Εὐστ. 1940. 20. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον [[que no se adhiere]] τῷ ἀνδρί Eust.1940.20. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:16, 21 August 2017
English (LSJ)
ον,
A not adhering, τινί Eust.1940.20.
German (Pape)
[Seite 339] nicht angeleimt, Eust.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπροσκόλλητος: -ον, ὁ μὴ προσκεκολλημένος, πράγματι ἀπροσκόλλητος ὢν ἐκείνῳ Εὐστ. 1940. 20.
Spanish (DGE)
-ον que no se adhiere τῷ ἀνδρί Eust.1940.20.