ακροφανής: Difference between revisions
From LSJ
ἐπιπόλαια γὰρ λέγομεν τὰ παντὶ δῆλα → by superficial we mean those that are obvious to all
(2) |
(No difference)
|
ἐπιπόλαια γὰρ λέγομεν τὰ παντὶ δῆλα → by superficial we mean those that are obvious to all
(2) |
(No difference)
|
-ές (Α ἀκροφανὴς)
νεοελλ.
(το θηλ. ως ουσ. στη Ναυτ. ορολογία) η ακροφανής
η ακτή που μόλις διαφαίνεται στο βάθος του ορίζοντα
αρχ.
αυτός που μόλις διακρίνεται στην άκρη ή στην κορυφή του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρο- (ΙΙ) + -φανὴς < ἐφάνην, φαίνομαι].