Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αμαξοστοιχία: Difference between revisions

From LSJ

Ἰὸς πέφυκεν ἀσπίδος κακὴ γυνή → Ipsum venenum aspidis mulier mala → Das reinste Natterngift ist eine schlechte Frau

Menander, Monostichoi, 261
(3)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (ή [[συρμός]]) <b>τεχνολ.</b><br />το [[σύνολο]] τών βαγονιών που τραβά μια σιδηροδρομική [[μηχανή]] έλξεως, [[μαζί]] με την [[μηχανή]]. Υπάρχουν επιβατικές αμαξοστοιχίες, αμαξοστοιχίες εμπορευμάτων, μικτές (όταν μεταφέρουν επιβάτες κι εμπορεύματα), ταχείες και υπερταχείες (όταν κινούνται με [[μεγάλη]] [[ταχύτητα]] και δεν σταματούν σε όλους τους σταθμούς) κ.ά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άμαξα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>στοιχία</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>στοιχος</i> <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[στείχω]] «[[βαδίζω]]», <b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>train</i>. Ο [[ελληνικός]] όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη [[φορά]] από τον Ρήγα Βελεστινλή (Φεραίο)].
|mltxt=η (ή [[συρμός]]) <b>τεχνολ.</b><br />το [[σύνολο]] τών βαγονιών που τραβά μια σιδηροδρομική [[μηχανή]] έλξεως, [[μαζί]] με την [[μηχανή]]. Υπάρχουν επιβατικές αμαξοστοιχίες, αμαξοστοιχίες εμπορευμάτων, μικτές (όταν μεταφέρουν επιβάτες κι εμπορεύματα), ταχείες και υπερταχείες (όταν κινούνται με [[μεγάλη]] [[ταχύτητα]] και δεν σταματούν σε όλους τους σταθμούς) κ.ά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άμαξα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>στοιχία</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>στοιχος</i> <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[στείχω]] «[[βαδίζω]]», πρβλ. αγγλ. <i>train</i>. Ο [[ελληνικός]] όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη [[φορά]] από τον Ρήγα Βελεστινλή (Φεραίο)].
}}
}}

Latest revision as of 23:38, 29 December 2020

Greek Monolingual

η (ή συρμός) τεχνολ.
το σύνολο τών βαγονιών που τραβά μια σιδηροδρομική μηχανή έλξεως, μαζί με την μηχανή. Υπάρχουν επιβατικές αμαξοστοιχίες, αμαξοστοιχίες εμπορευμάτων, μικτές (όταν μεταφέρουν επιβάτες κι εμπορεύματα), ταχείες και υπερταχείες (όταν κινούνται με μεγάλη ταχύτητα και δεν σταματούν σε όλους τους σταθμούς) κ.ά.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < άμαξα + -στοιχία < -στοιχος < αρχ. στείχω «βαδίζω», πρβλ. αγγλ. train. Ο ελληνικός όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Ρήγα Βελεστινλή (Φεραίο)].