ἐκφάντωρ: Difference between revisions
From LSJ
πλὴν τῆς τεκούσης θῆλυ πᾶν μισῶ γένος → except for the one that gave birth to me, I hate the entire genus of women
(11) |
m (Text replacement - "εῑς" to "εῖς") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
(3 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=e)kfa/ntwr | |Beta Code=e)kfa/ntwr | ||
|Definition=sine expl., Id. | |Definition=sine expl., Id. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ορος, ὁ<br />crist. [[el que revela simbólica o místicamente]] οἱ ἱερεῖς ἐκφάντορές εἰσι τοῦ θεοῦ Dion.Ar.<i>Ep</i>.8.1, de los apóstoles, Anon.Hier.<i>Luc</i>.4.43, cf. <i>Et.Gud</i>. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐκφάντωρ''': -ορος, ὁ, ὁ ἐκφαίνων, ὁ ἀποκαλύπτων, ὁ τῶν μυστηρίων τὰ ἄρρητα συμβολικῶς ἐκφαίνων, = [[ἱεροφάντης]], Μάξ. Ὁμολ. Σχόλ. 193Β. | |lstext='''ἐκφάντωρ''': -ορος, ὁ, ὁ ἐκφαίνων, ὁ ἀποκαλύπτων, ὁ τῶν μυστηρίων τὰ ἄρρητα συμβολικῶς ἐκφαίνων, = [[ἱεροφάντης]], Μάξ. Ὁμολ. Σχόλ. 193Β. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐκφάντωρ]], ο (AM)<br />αυτός που φανερώνει, που φέρνει στο φως τα [[μυστικά]], τα απόρρητα, τα μυστήρια, ο [[ιεροφάντης]] («οἱ | |mltxt=[[ἐκφάντωρ]], ο (AM)<br />αυτός που φανερώνει, που φέρνει στο φως τα [[μυστικά]], τα απόρρητα, τα μυστήρια, ο [[ιεροφάντης]] («οἱ ιερεῖς ἐκφάντορές εἰσι τοῦ θεοῦ», Διον. Αρεοπ.). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:12, 13 October 2022
English (LSJ)
sine expl., Id.
Spanish (DGE)
-ορος, ὁ
crist. el que revela simbólica o místicamente οἱ ἱερεῖς ἐκφάντορές εἰσι τοῦ θεοῦ Dion.Ar.Ep.8.1, de los apóstoles, Anon.Hier.Luc.4.43, cf. Et.Gud.
German (Pape)
[Seite 784] ορος, ὁ, Offenbarer, Dion. Areop.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκφάντωρ: -ορος, ὁ, ὁ ἐκφαίνων, ὁ ἀποκαλύπτων, ὁ τῶν μυστηρίων τὰ ἄρρητα συμβολικῶς ἐκφαίνων, = ἱεροφάντης, Μάξ. Ὁμολ. Σχόλ. 193Β.
Greek Monolingual
ἐκφάντωρ, ο (AM)
αυτός που φανερώνει, που φέρνει στο φως τα μυστικά, τα απόρρητα, τα μυστήρια, ο ιεροφάντης («οἱ ιερεῖς ἐκφάντορές εἰσι τοῦ θεοῦ», Διον. Αρεοπ.).