καμπυλόρρινος: Difference between revisions

From LSJ

μοῦνοι Ἑλλήνων δὴ μουνομαχήσαντες τῷ Πέρσῃ → alone of all Greeks we met the Persian singlehandedly, alone of all Greeks having fought singlehanded with the Persians

Source
(19)
 
m (pape replacement)
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Μ [[καμπυλόρρινος]], -ον)<br />αυτός που έχει κυρτή, καμπουρωτή [[μύτη]], [[γερακομύτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μεταπλασμένος τ. του [[καμπυλόρριν]] [[κατά]] τα επίθ. σε -<i>ος</i>].
|mltxt=-η, -ο (Μ [[καμπυλόρρινος]], -ον)<br />αυτός που έχει κυρτή, καμπουρωτή [[μύτη]], [[γερακομύτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μεταπλασμένος τ. του [[καμπυλόρριν]] [[κατά]] τα επίθ. σε -<i>ος</i>].
}}
{{pape
|ptext=[ῑ], <i>[[krummnasig]]</i>, Sp.
}}
}}

Latest revision as of 17:11, 24 November 2022

Greek Monolingual

-η, -ο (Μ καμπυλόρρινος, -ον)
αυτός που έχει κυρτή, καμπουρωτή μύτη, γερακομύτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. του καμπυλόρριν κατά τα επίθ. σε -ος].

German (Pape)

[ῑ], krummnasig, Sp.