κορακόφωνος: Difference between revisions

(21)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 3: Line 3:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[κορακόφωνος]], -η, -ον)<br />αυτός που έχει [[φωνή]] κόρακα<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που λέγει ανοησίες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κόρακας]] <span style="color: red;">+</span> -<i>φωνος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φωνή]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>λαρυγγό</i>-<i>φωνος</i>, <i>υψί</i>-<i>φωνος</i>].
|mltxt=-η, -ο (Α [[κορακόφωνος]], -η, -ον)<br />αυτός που έχει [[φωνή]] κόρακα<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που λέγει ανοησίες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κόρακας]] <span style="color: red;">+</span> -<i>φωνος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φωνή]]), [[πρβλ]]. [[λαρυγγόφωνος]], [[υψίφωνος]]].
}}
}}

Latest revision as of 18:34, 23 August 2021

Greek (Liddell-Scott)

κορακόφωνος: -ον, ἔχων φωνὴν κόρακος, Τατιαν.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α κορακόφωνος, -η, -ον)
αυτός που έχει φωνή κόρακα
αρχ.
αυτός που λέγει ανοησίες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κόρακας + -φωνος (< φωνή), πρβλ. λαρυγγόφωνος, υψίφωνος].