κρυσταλλίτης: Difference between revisions
From LSJ
Sophocles, Antigone, 523
(22) |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο<br />(κρυσταλλ.-ορυκτ.) η στοιχειωδέστερη [[μορφή]] ενός «εμβρυϊκού» ορυκτού κρυστάλλου στην οποία [[είναι]] δυνατή η [[αναγνώριση]] του ορυκτού ως ιδιαίτερου είδους [[κάτω]] από το πετρογραφικό [[μικροσκόπιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ. | |mltxt=ο<br />(κρυσταλλ.-ορυκτ.) η στοιχειωδέστερη [[μορφή]] ενός «εμβρυϊκού» ορυκτού κρυστάλλου στην οποία [[είναι]] δυνατή η [[αναγνώριση]] του ορυκτού ως ιδιαίτερου είδους [[κάτω]] από το πετρογραφικό [[μικροσκόπιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ. [[πρβλ]]. γερμ. <i>krystallit</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κρύσταλλος]]) <span style="color: red;">+</span> -<i>it</i>]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:11, 23 August 2021
Greek Monolingual
ο
(κρυσταλλ.-ορυκτ.) η στοιχειωδέστερη μορφή ενός «εμβρυϊκού» ορυκτού κρυστάλλου στην οποία είναι δυνατή η αναγνώριση του ορυκτού ως ιδιαίτερου είδους κάτω από το πετρογραφικό μικροσκόπιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. πρβλ. γερμ. krystallit (< κρύσταλλος) + -it].