εριστός: Difference between revisions
From LSJ
διὸ καὶ μεταλάττουσι τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν αἱ δοκοῦσαι παρθένοι τῶν εἰδώλων → therefore those professing to be virgins of the idols even change the natural use into the unnatural (Origen, commentary on Romans 1:26)
(14) |
m (Text replacement - "δεῑ" to "δεῖ") |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐριστός]], -ή, -όν (Α) [[ερίζω]]<br />αυτός που προκαλεί έριδες, φιλονεικίες ( | |mltxt=[[ἐριστός]], -ή, -όν (Α) [[ερίζω]]<br />αυτός που προκαλεί έριδες, φιλονεικίες («δεῖ τοῖς δυνατοῖς οὐκ ἐριστὰ πλάθειν» — δεν [[πρέπει]] να συζητούμε με τους δυνατούς όσα προκαλούν έριδες, <b>Σοφ.</b>). | ||
}} | }} |