σκυφίδιον: Difference between revisions

From LSJ

γέλως ἄκαιρος κλαυμάτων παραίτιος → ill-timed laughter causes tears (Menander)

Source
(37)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=τὸ, Α<br /><b>πιθ.</b> υποκορ. του [[σκυφίον]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σκύφος]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -[[ίδιον]] (<b>πρβλ.</b> <i>πυρην</i>-[[ίδιον]])].
|mltxt=τὸ, Α<br /><b>πιθ.</b> υποκορ. του [[σκυφίον]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σκύφος]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -[[ίδιον]] ([[πρβλ]]. [[πυρηνίδιον]])].
}}
}}

Latest revision as of 15:01, 8 May 2023

Greek Monolingual

τὸ, Α
πιθ. υποκορ. του σκυφίον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκύφος + υποκορ. κατάλ. -ίδιον (πρβλ. πυρηνίδιον)].