χαριτώνυμος: Difference between revisions
From LSJ
κνέφας δὲ τέμενος αἰθέρος λάβῃ → and darkness had covered the region of the sky
(46) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(4 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=charitonymos | |Transliteration C=charitonymos | ||
|Beta Code=xaritw/numos | |Beta Code=xaritw/numos | ||
|Definition= | |Definition=χαριτώνυμον, [[of gracious import]], ἀγγελία B.2.2. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Latest revision as of 12:14, 25 August 2023
English (LSJ)
χαριτώνυμον, of gracious import, ἀγγελία B.2.2.
Greek (Liddell-Scott)
χᾰριτώνυμος: -ον, ὁ ἔχων ἔντιμον, κεχαριτωμένον ὄνομα, Συλλ. Ἐπιγρ. 8722, Τζέτζ. Ἐπιστ. 2, κλπ.
Greek Monolingual
-ον, ΜΑ
αυτός που έχει χαριτωμένο όνομα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χάρις, -ιτος + -ώνυμος (< ὄνυμα, αιολ. τ. του ὄνομα), πρβλ. ψευδ-ώνυμος. Το -ω- του τ. οφείλεται σε έκταση λόγω συνθέσεως].