αεριωθούμενος: Difference between revisions

From LSJ

Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit

Menander, Monostichoi, 449
m (Text replacement - "<i>το [[" to "το [[")
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο<br /><b>1.</b> ο ωθούμενος, κινούμενος με τη [[βοήθεια]] αερίων, που εκτοξεύονται από κινητήρες αεριωθήσεως<br /><b>2.</b> (στην Αερον.) <b>το ουδ. ως ουσ.</b> το [[αεριωθούμενο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. <i>jet propelled</i>].
|mltxt=-η, -ο<br /><b>1.</b> ο ωθούμενος, κινούμενος με τη [[βοήθεια]] αερίων, που εκτοξεύονται από κινητήρες αεριωθήσεως<br /><b>2.</b> (στην Αερον.) <b>το ουδ. ως ουσ.</b> το [[αεριωθούμενο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. <i>jet propelled</i>].
}}
}}

Latest revision as of 22:47, 29 December 2020

Greek Monolingual

-η, -ο
1. ο ωθούμενος, κινούμενος με τη βοήθεια αερίων, που εκτοξεύονται από κινητήρες αεριωθήσεως
2. (στην Αερον.) το ουδ. ως ουσ. το αεριωθούμενο.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. jet propelled].