ἀναστοιχειόω: Difference between revisions

From LSJ

κινδυνεύει μὲν γὰρ ἡμῶν οὐδέτερος οὐδὲν καλὸν κἀγαθὸν εἰδέναι, ἀλλ᾽ οὗτος μὲν οἴεταί τι εἰδέναι οὐκ εἰδώς, ἐγὼ δέ, ὥσπερ οὖν οὐκ οἶδα, οὐδὲ οἴομαι· ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι. → for neither of us appears to know anything great and good; but he fancies he knows something, although he knows nothing; whereas I, as I do not know anything, so I do not fancy I do. In this trifling particular, then, I appear to be wiser than he, because I do not fancy I know what I do not know.

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
mNo edit summary
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=anastoicheioo
|Transliteration C=anastoicheioo
|Beta Code=a)nastoixeio/w
|Beta Code=a)nastoixeio/w
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[resolve]] matter [[into its elements]], <span class="bibl">Chrysipp.Stoic.2.188</span>, cf. <span class="bibl">Ph.1.501</span>,<span class="bibl">477</span> (Pass.), Gal.1.508.</span>
|Definition=[[resolve]] [[matter]] into its [[element]]s, Chrysipp.Stoic.2.188, cf. Ph.1.501,477 (Pass.), Gal.1.508.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">I</b> [[descomponer en elementos]], [[desintegrar]] τὴν διακόσμησιν Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.188, αὐτὸν δυάδα ὄντα ... εἰς μονάδα Ph.2.179, cf. 1.501, ἀναστοιχειουμένου τοῦ λόγου Origenes <i>Io</i>.1.37, abs. Gal.1.508.<br /><b class="num">II</b> <b class="num">1</b>[[restaurar]], [[recomponer]] [[δεύτερος]] Ἀδὰμ (Cristo) ἀναστοιχειῶν τὸ γένος ... εἰς καινότητα ζωῆς Cyr.Al.M.68.1076D, τρόπον τινὰ τὸν νοῦν Origenes M.17.32D.<br /><b class="num">2</b> en v. med.-pas., c. prep. más ac. [[transformarse]], [[convertirse]] por la alegoría (Χάλεβ) ἀναστοιχειωθεὶς εἰς ἡγημονικόν Origenes <i>Hom</i>.18.2 <i>in Ios</i>.p.407.21, ἀνεστοιχειοῦτο (Santa Helena) ἐπὶ τὴν ἄφθαρτον ... οὐσίαν Eus.<i>VC</i> 3.46, cf. Ph.1.477, εἰς ταῦτα Sch.<i>Il</i>.7.99<br /><b class="num">•</b>[[reducirse a]] τὸ αἰσθητὸν ὕδωρ πρὸς θείαν ... δύναμιν Ammon.<i>Io</i>.M.85.1408D, εἰς θάνατον Meth.<i>Symp</i>.3.6 (p.32.19).
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀναστοιχειόω''': [[διαλύω]] [[πάλιν]] εἰς τὰ ἀρχικὰ στοιχεῖα, Φίλων 1. 501. ΙΙ. ἐν τῷ παθ., ἀνακαινίζομαι, ἀναγεννῶμαι, Ὠριγ. κτλ.
|lstext='''ἀναστοιχειόω''': [[διαλύω]] [[πάλιν]] εἰς τὰ ἀρχικὰ στοιχεῖα, Φίλων 1. 501. ΙΙ. ἐν τῷ παθ., ἀνακαινίζομαι, ἀναγεννῶμαι, Ὠριγ. κτλ.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">I</b> [[descomponer en elementos]], [[desintegrar]] τὴν διακόσμησιν Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.188, αὐτὸν δυάδα ὄντα ... εἰς μονάδα Ph.2.179, cf. 1.501, ἀναστοιχειουμένου τοῦ λόγου Origenes <i>Io</i>.1.37, abs. Gal.1.508.<br /><b class="num">II</b> <b class="num">1</b>[[restaurar]], [[recomponer]] [[δεύτερος]] Ἀδὰμ (Cristo) ἀναστοιχειῶν τὸ γένος ... εἰς καινότητα ζωῆς Cyr.Al.M.68.1076D, τρόπον τινὰ τὸν νοῦν Origenes M.17.32D.<br /><b class="num">2</b> en v. med.-pas., c. prep. más ac. [[transformarse]], [[convertirse]] por la alegoría (Χάλεβ) ἀναστοιχειωθεὶς εἰς ἡγημονικόν Origenes <i>Hom</i>.18.2 <i>in Ios</i>.p.407.21, ἀνεστοιχειοῦτο (Santa Helena) ἐπὶ τὴν ἄφθαρτον ... οὐσίαν Eus.<i>VC</i> 3.46, cf. Ph.1.477, εἰς ταῦτα Sch.<i>Il</i>.7.99<br /><b class="num">•</b>[[reducirse a]] τὸ αἰσθητὸν ὕδωρ πρὸς θείαν ... δύναμιν Ammon.<i>Io</i>.M.85.1408D, εἰς θάνατον Meth.<i>Symp</i>.3.6 (p.32.19).
}}
}}

Latest revision as of 10:46, 11 November 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναστοιχειόω Medium diacritics: ἀναστοιχειόω Low diacritics: αναστοιχειόω Capitals: ΑΝΑΣΤΟΙΧΕΙΟΩ
Transliteration A: anastoicheióō Transliteration B: anastoicheioō Transliteration C: anastoicheioo Beta Code: a)nastoixeio/w

English (LSJ)

resolve matter into its elements, Chrysipp.Stoic.2.188, cf. Ph.1.501,477 (Pass.), Gal.1.508.

Spanish (DGE)

I descomponer en elementos, desintegrar τὴν διακόσμησιν Chrysipp.Stoic.2.188, αὐτὸν δυάδα ὄντα ... εἰς μονάδα Ph.2.179, cf. 1.501, ἀναστοιχειουμένου τοῦ λόγου Origenes Io.1.37, abs. Gal.1.508.
II 1restaurar, recomponer δεύτερος Ἀδὰμ (Cristo) ἀναστοιχειῶν τὸ γένος ... εἰς καινότητα ζωῆς Cyr.Al.M.68.1076D, τρόπον τινὰ τὸν νοῦν Origenes M.17.32D.
2 en v. med.-pas., c. prep. más ac. transformarse, convertirse por la alegoría (Χάλεβ) ἀναστοιχειωθεὶς εἰς ἡγημονικόν Origenes Hom.18.2 in Ios.p.407.21, ἀνεστοιχειοῦτο (Santa Helena) ἐπὶ τὴν ἄφθαρτον ... οὐσίαν Eus.VC 3.46, cf. Ph.1.477, εἰς ταῦτα Sch.Il.7.99
reducirse a τὸ αἰσθητὸν ὕδωρ πρὸς θείαν ... δύναμιν Ammon.Io.M.85.1408D, εἰς θάνατον Meth.Symp.3.6 (p.32.19).

German (Pape)

[Seite 209] wieder indie Elemente auflösen, Phil.; Suid. erkl. ἀναπλάττω, zurückbilden.

Greek (Liddell-Scott)

ἀναστοιχειόω: διαλύω πάλιν εἰς τὰ ἀρχικὰ στοιχεῖα, Φίλων 1. 501. ΙΙ. ἐν τῷ παθ., ἀνακαινίζομαι, ἀναγεννῶμαι, Ὠριγ. κτλ.