συστομόομαι: Difference between revisions

From LSJ

Γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → Decus affert omni mulieri silentium → Es bringt das Schweigen Zierde einer jeden Frau

Menander, Monostichoi, 83
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (LSJ1 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=systomoomai
|Transliteration C=systomoomai
|Beta Code=sustomo/omai
|Beta Code=sustomo/omai
|Definition=Pass., <span class="sense"><span class="bld">A</span> to [[be joined by a mouth]], <b class="b3">στόματι μεγάλῳ [τῇ Μαιώτιδι λίμνῃ</b>] <span class="bibl">Str.7.4.1</span>.</span>
|Definition=Pass., to [[be joined by a mouth]], <b class="b3">στόματι μεγάλῳ [τῇ Μαιώτιδι λίμνῃ]</b> Str.7.4.1.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''συστομόομαι''': Παθ., ἑνοῦμαι διὰ στόματος, συνεστόμωται γὰρ αὐτῇ (δηλ. τῇ Μαιώτιδι λίμνῃ) στόματι μεγάλῳ Στράβ. 308, πρβλ. [[ἀναστομόω]] Ι. 3, [[συναναστομόομαι]].
|lstext='''συστομόομαι''': Παθ., ἑνοῦμαι διὰ στόματος, συνεστόμωται γὰρ αὐτῇ (δηλ. τῇ Μαιώτιδι λίμνῃ) στόματι μεγάλῳ Στράβ. 308, πρβλ. [[ἀναστομόω]] Ι. 3, [[συναναστομόομαι]].
}}
}}

Latest revision as of 11:26, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συστομόομαι Medium diacritics: συστομόομαι Low diacritics: συστομόομαι Capitals: ΣΥΣΤΟΜΟΟΜΑΙ
Transliteration A: systomóomai Transliteration B: systomoomai Transliteration C: systomoomai Beta Code: sustomo/omai

English (LSJ)

Pass., to be joined by a mouth, στόματι μεγάλῳ [τῇ Μαιώτιδι λίμνῃ] Str.7.4.1.

Greek (Liddell-Scott)

συστομόομαι: Παθ., ἑνοῦμαι διὰ στόματος, συνεστόμωται γὰρ αὐτῇ (δηλ. τῇ Μαιώτιδι λίμνῃ) στόματι μεγάλῳ Στράβ. 308, πρβλ. ἀναστομόω Ι. 3, συναναστομόομαι.