ὑπερπλήρης: Difference between revisions

From LSJ

εἰς τὴν ἀγορὰν χειροτονεῖτε τοὺς ταξιάρχους καὶ τοὺς φυλάρχους, οὐκ ἐπὶ τὸν πόλεμον → you elect taxiarchs and phylarchs for the marketplace not for war

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (LSJ1 replacement)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=yperpliris
|Transliteration C=yperpliris
|Beta Code=u(perplh/rhs
|Beta Code=u(perplh/rhs
|Definition=ες, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[overfull]], <span class="bibl">Plot.5.2.1</span>, <span class="bibl">Jul.<span class="title">Or.</span>4.140b</span>, <span class="bibl">Procl.<span class="title">Inst.</span> 131</span>, <span class="bibl">Dam.<span class="title">Pr.</span>307</span>, etc.</span>
|Definition=ὑπερπλήρες, [[overfull]], Plot.5.2.1, Jul.''Or.''4.140b, Procl.''Inst.'' 131, Dam.''Pr.''307, etc.
}}
{{bailly
|btext=ης, ες :<br />trop plein, tout rempli <i>ou</i> couvert de.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπέρ]], [[πλήρης]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑπερπλήρης''': -ες, πληρέστατος, Πλωτῖν. 5. 2, 1. Πρόκλ. κλπ. Ἐπίρρ., -ρως, Λειτουργία Ἰακώβου σ. 3Β.
|lstext='''ὑπερπλήρης''': -ες, πληρέστατος, Πλωτῖν. 5. 2, 1. Πρόκλ. κλπ. Ἐπίρρ., -ρως, Λειτουργία Ἰακώβου σ. 3Β.
}}
{{bailly
|btext=ης, ες :<br />trop plein, tout rempli <i>ou</i> couvert de.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπέρ]], [[πλήρης]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ες / [[ὑπερπλήρης]], -ῆρες, ΝΜΑ [[πλήρης]]<br />εντελώς [[πλήρης]], [[ξέχειλος]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[υπερπλήρως]] / <i>ὑπερπλήρως</i> ΝΜΑ<br />υπέρμετρα, υπερβολικά.
|mltxt=-ες / [[ὑπερπλήρης]], -ῆρες, ΝΜΑ [[πλήρης]]<br />εντελώς [[πλήρης]], [[ξέχειλος]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[υπερπλήρως]] / <i>ὑπερπλήρως</i> ΝΜΑ<br />υπέρμετρα, υπερβολικά.
}}
}}

Latest revision as of 11:27, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερπλήρης Medium diacritics: ὑπερπλήρης Low diacritics: υπερπλήρης Capitals: ΥΠΕΡΠΛΗΡΗΣ
Transliteration A: hyperplḗrēs Transliteration B: hyperplērēs Transliteration C: yperpliris Beta Code: u(perplh/rhs

English (LSJ)

ὑπερπλήρες, overfull, Plot.5.2.1, Jul.Or.4.140b, Procl.Inst. 131, Dam.Pr.307, etc.

French (Bailly abrégé)

ης, ες :
trop plein, tout rempli ou couvert de.
Étymologie: ὑπέρ, πλήρης.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερπλήρης: -ες, πληρέστατος, Πλωτῖν. 5. 2, 1. Πρόκλ. κλπ. Ἐπίρρ., -ρως, Λειτουργία Ἰακώβου σ. 3Β.

Greek Monolingual

-ες / ὑπερπλήρης, -ῆρες, ΝΜΑ πλήρης
εντελώς πλήρης, ξέχειλος.
επίρρ...
υπερπλήρως / ὑπερπλήρως ΝΜΑ
υπέρμετρα, υπερβολικά.