κριοκοπώ: Difference between revisions

From LSJ

Γήρως δὲ φαύλου τίς γένοιτ' ἂν ἐκτροπή; → Senectutis non habetur effugium malae → Wie könnte man dem schlimmen Alter wohl entflieh'n?

Menander, Monostichoi, 113
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $2$4, $7$9")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=κριοκοπῶ, -έω (Α)<br />[[μάχομαι]] με πολιορκητικό κριό («τοὺς δὲ λοιποὺς πάντας ἅμα κριοκοπεῖν ἐνεχείρησαν», <b>Πολ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κριός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>κοπῶ</i> (<span style="color: red;"><</span> -[[κόπος]] <span style="color: red;"><</span> [[κόπτω]]), [[πρβλ]]. [[δημο]]-[[κοπώ]], <i>χρεω</i>-[[κοπώ]]].
|mltxt=κριοκοπῶ, -έω (Α)<br />[[μάχομαι]] με πολιορκητικό κριό («τοὺς δὲ λοιποὺς πάντας ἅμα κριοκοπεῖν ἐνεχείρησαν», <b>Πολ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κριός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>κοπῶ</i> (<span style="color: red;"><</span> -[[κόπος]] <span style="color: red;"><</span> [[κόπτω]]), [[πρβλ]]. [[δημοκοπώ]], [[χρεωκοπώ]]].
}}
}}

Latest revision as of 07:48, 9 September 2024

Greek Monolingual

κριοκοπῶ, -έω (Α)
μάχομαι με πολιορκητικό κριό («τοὺς δὲ λοιποὺς πάντας ἅμα κριοκοπεῖν ἐνεχείρησαν», Πολ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κριός + -κοπῶ (< -κόπος < κόπτω), πρβλ. δημοκοπώ, χρεωκοπώ].