χυτικός: Difference between revisions
From LSJ
εἰς δὲ θεοὺς ἀσεβείας τε καὶ εὐσεβείας καὶ γονέας καὶ αὐτόχειρος φόνου μείζους ἔτι τοὺς μισθοὺς διηγεῖτο → and he had still greater requitals to tell of piety and impiety towards the gods and parents and of self-slaughter
(b) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(8 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=chytikos | |Transliteration C=chytikos | ||
|Beta Code=xutiko/s | |Beta Code=xutiko/s | ||
|Definition= | |Definition=χυτική, χυτικόν, ([[χέω]]) [[having a dissolving power]], Arist.''Pr.''863a6, Gal.11.711. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1385.png Seite 1385]] zum Gießen, Ausgießen geschickt, Galen. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1385.png Seite 1385]] zum Gießen, Ausgießen geschickt, Galen. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''χῠτικός:''' [[χυτός]] I] растворяющий, разжижающий или мягчительный (καταπλάσματος [[ἀρετή]] Arst.). | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''χῠτικός''': -ή, -όν, (χέω) ὁ ἔχων διαλυτικὴν δύναμιν, Ἀριστ. Προβλ. 1. 30, Γαλην. τ. 13, σ. 115. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -όν, Α<br />αυτός που έχει διαλυτικές ιδιότητες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>χυ</i>- της μηδενισμένης βαθμίδας της ρίζας του ρ. <i>χέω</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τικός</i>]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:36, 25 August 2023
English (LSJ)
χυτική, χυτικόν, (χέω) having a dissolving power, Arist.Pr.863a6, Gal.11.711.
German (Pape)
[Seite 1385] zum Gießen, Ausgießen geschickt, Galen.
Russian (Dvoretsky)
χῠτικός: χυτός I] растворяющий, разжижающий или мягчительный (καταπλάσματος ἀρετή Arst.).
Greek (Liddell-Scott)
χῠτικός: -ή, -όν, (χέω) ὁ ἔχων διαλυτικὴν δύναμιν, Ἀριστ. Προβλ. 1. 30, Γαλην. τ. 13, σ. 115.
Greek Monolingual
-ή, -όν, Α
αυτός που έχει διαλυτικές ιδιότητες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. χυ- της μηδενισμένης βαθμίδας της ρίζας του ρ. χέω + κατάλ. -τικός].