ἀνθρωπότης: Difference between revisions
Εὑρεῖν τὸ δίκαιον πανταχῶς οὐ ῥᾴδιον → Difficile inventu est iustum, ubi ubi quaesiveris → Zu finden, was gerecht ist, ist durchaus nicht leicht
m (Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=anthropotis | |Transliteration C=anthropotis | ||
|Beta Code=a)nqrwpo/ths | |Beta Code=a)nqrwpo/ths | ||
|Definition=ητος, ἡ, [[abstract humanity]], | |Definition=-ητος, ἡ, [[abstract humanity]], Ph.1.206, S.E.''M.''7.273, Vett.Val.346.29, Plot.6.1.10, Dam.''Pr.''58. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Latest revision as of 11:24, 25 August 2023
English (LSJ)
-ητος, ἡ, abstract humanity, Ph.1.206, S.E.M.7.273, Vett.Val.346.29, Plot.6.1.10, Dam.Pr.58.
Spanish (DGE)
-ητος, ἡ
humanidad, condición humana θάνατον φθορὰν ἐργάσασθαι ... ἀνθρωπότητι Ph.1.206, ἐκπεπτώκασι τῆς ἀνθρωπότητος S.E.M.7.273, τὸ γένος τῆς ἀνθρωπότητος Corp.Herm.1.26, cf. 12.1, Fr.2a.17, 24.6, op. ἀθανασία Vett.Val.346.29, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀ. ἐμόρφωσεν; ἢ οὐσίωσεν; ¿pero acaso la condición humana ha dado su forma (al hombre)? ¿O le ha dado su esencia? Plot.6.1.10, ἀ. μία τίς ἐστι τῶν πολλῶν ... ἰδιοτήτων Dam.Pr.58, ἥ τε ἀ., προσέτι δὲ καὶ οἱ υἱοὶ ἑκάστου ἀνδρός Sm.Ps.48.3, μία ... τῆς ἀνθρωπότητος σωτηρία ἡ πίστις Clem.Al.Paed.1.6.30, τὰ τῇ ἀνθρωπότητι πρέποντα Cyr.Al.M.75.332D, ἀ. ... ἡ τῆς οὐσίας κοινότης Ath.Al.M.28.1141D
•de la naturaleza humana de Cristo ἡ ἀ. αὐτοῦ, καθ' ὃ ... καταγγέλλεται Ἰησοῦς Χριστός Origenes Io.1.18, τὸ τῆς ἀνθρωπότητος μυστήριον Cyr.Al.M.75.329C, Θεὸν εἶναι τὸν δι' ἀνθρωπότητος φανερούμενον Bas.Sel.Or.M.85.241A, τὸ σῶμα τῆς σαρκὸς Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸ μιγὲν τῇ ἀνθρωπότητι διὰ Μαρίας el cuerpo carnal de Jesucristo, mezclado con la humanidad por medio de María Anon. crist. en POxy.5.14 (III/IV d.C.), ἐπιστώσατο ἡμῖν ... τὴν δὲ ἀνθρωπότητα αὐτοῦ ἐν τοῖς τριάκοντα χρόνοις τοῖς πρὸ τοῦ βαπτίσματος Melit.Fr.6.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνθρωπότης: -ητος, ἡ, ἡ ἀνθρωπίνη φύσις, ἡ ἀφηρημένη ἔννοια τοῦ ἀνθρώπου, Σέξτ. Ἐμπ. πρὸς Μ. 7. 273, Κλήμ. Ἀλ. 106· ἡ ἀνθρ. τοῦ Χριστοῦ Συλλ. Ἐπιγρ. 8964.
Russian (Dvoretsky)
ἀνθρωπότης: ητος ἡ человеческая природа Sext.
German (Pape)
ητος, ἡ, Menschlichkeit, Menschheit, Clem.Al.