προβατοσπαράκτης: Difference between revisions
From LSJ
Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge
(6_19) |
(34) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προβᾰτοσπᾰράκτης''': -ου, ὁ, ὁ σπαράσσων πρόβατα, Μανασσ. Χρον. 5972. | |lstext='''προβᾰτοσπᾰράκτης''': -ου, ὁ, ὁ σπαράσσων πρόβατα, Μανασσ. Χρον. 5972. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ὁ, Μ<br />αυτός που κατασπαράζει πρόβατα, που καταξεσχίζει πρόβατα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πρόβατον]] <span style="color: red;">+</span> [[σπαράκτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[σπαράσσω]])]. | |||
}} | }} |