τεφροειδής: Difference between revisions

From LSJ

Ἰσότητα τίμα, μὴ πλεονέκτει μηδένα → Aequalitatem cole, neque ullum deprimas → Die Gleichheit ehre, keinen übervorteile

Menander, Monostichoi, 259
(6_7)
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=tefroeidis
|Transliteration C=tefroeidis
|Beta Code=tefroeidh/s
|Beta Code=tefroeidh/s
|Definition=ές, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">like ashes, ash-coloured</b>, Dsc.4.109, <span class="bibl">Aret.<span class="title">SD</span>1.14</span>.</span>
|Definition=τεφροειδές, [[like ashes]], [[ash-coloured]], Dsc.4.109, Aret.''SD''1.14.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τεφροειδής''': -ές, [[ὅμοιος]] πρὸς τέφραν, τεφρόχρους, Διόσκ. 4. 110.
|lstext='''τεφροειδής''': -ές, [[ὅμοιος]] πρὸς τέφραν, τεφρόχρους, Διόσκ. 4. 110.
}}
{{grml
|mltxt=-ές, ΝΑ<br />αυτός που έχει το [[χρώμα]] της τέφρας, [[σταχτής]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που μοιάζει με την [[τέφρα]] ως [[προς]] τη [[σύσταση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τέφρα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ειδής</i>].
}}
}}

Latest revision as of 11:47, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεφροειδής Medium diacritics: τεφροειδής Low diacritics: τεφροειδής Capitals: ΤΕΦΡΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: tephroeidḗs Transliteration B: tephroeidēs Transliteration C: tefroeidis Beta Code: tefroeidh/s

English (LSJ)

τεφροειδές, like ashes, ash-coloured, Dsc.4.109, Aret.SD1.14.

German (Pape)

[Seite 1102] ές, wie Asche, aschgrau, Diosc. u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

τεφροειδής: -ές, ὅμοιος πρὸς τέφραν, τεφρόχρους, Διόσκ. 4. 110.

Greek Monolingual

-ές, ΝΑ
αυτός που έχει το χρώμα της τέφρας, σταχτής
νεοελλ.
αυτός που μοιάζει με την τέφρα ως προς τη σύσταση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τέφρα + -ειδής].