πατρομητρόθεν: Difference between revisions

From LSJ

Ὡς ἡδὺ τὸ ζῆν μὴ φθονούσης τῆς τύχης → Quam vita dulce est, fata dum non invident → Wie süß zu leben, wenn das Glück nicht neidisch ist

Menander, Monostichoi, 563
(6_6)
 
(31)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''πατρομητρόθεν''': ἐκ πατρὸς καὶ μητρός, Ἐπιγρ. Προύσης τῆς ΙΒ΄ ἑκατονταετ., Πανδώρα Ἀθηνῶν τοῦ 1866, σ. 285.
|lstext='''πατρομητρόθεν''': ἐκ πατρὸς καὶ μητρός, Ἐπιγρ. Προύσης τῆς ΙΒ΄ ἑκατονταετ., Πανδώρα Ἀθηνῶν τοῦ 1866, σ. 285.
}}
{{grml
|mltxt=Μ<br />από [[πατέρα]] και [[μητέρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πατήρ]], <i>πατρός</i> <span style="color: red;">+</span> [[μήτηρ]], <i>μητρός</i> <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -<i>θεν</i>].
}}
}}

Latest revision as of 12:15, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

πατρομητρόθεν: ἐκ πατρὸς καὶ μητρός, Ἐπιγρ. Προύσης τῆς ΙΒ΄ ἑκατονταετ., Πανδώρα Ἀθηνῶν τοῦ 1866, σ. 285.

Greek Monolingual

Μ
από πατέρα και μητέρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πατήρ, πατρός + μήτηρ, μητρός + επιρρμ. κατάλ. -θεν].