αὐτοκέφαλος: Difference between revisions
From LSJ
Μεγάλοι δὲ λόγοι μεγάλας πληγὰς τῶν ὑπεραύχων ἀποτίσαντες γήρᾳ τὸ φρονεῖν ἐδίδαξαν → The great words of the arrogant pay the penalty by suffering great blows, and teach one to reason in old age
(6_18) |
(big3_7) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''αὐτοκέφαλος''': -ον, παρ’ Ἐκκλ. ἐπὶ ἀρχιεπισκοπῶν ἢ ἀρχιεπισκόπων ἀνεξαρτήτων ἀπὸ τῆς πατριαρχικῆς δικαιοδοσίας, τοῦ αὐτοκεφάλου ἀρχιεπισκόπου τῆς Κυπρίων νήσου Χρυσόβουλλον Ἀλέξ. Κομν. παρὰ Montfauc. Bibl. Coisl. σ. 103, 47, κτλ. | |lstext='''αὐτοκέφαλος''': -ον, παρ’ Ἐκκλ. ἐπὶ ἀρχιεπισκοπῶν ἢ ἀρχιεπισκόπων ἀνεξαρτήτων ἀπὸ τῆς πατριαρχικῆς δικαιοδοσίας, τοῦ αὐτοκεφάλου ἀρχιεπισκόπου τῆς Κυπρίων νήσου Χρυσόβουλλον Ἀλέξ. Κομν. παρὰ Montfauc. Bibl. Coisl. σ. 103, 47, κτλ. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />[[autónomo]] de las iglesias no sometidas a los patriarcas, Theod.Lect.<i>Epit</i>.436, cf. αὐ. per se ipsos habent caput</i>, <i>Gloss</i>.5.210. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:19, 21 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
αὐτοκέφαλος: -ον, παρ’ Ἐκκλ. ἐπὶ ἀρχιεπισκοπῶν ἢ ἀρχιεπισκόπων ἀνεξαρτήτων ἀπὸ τῆς πατριαρχικῆς δικαιοδοσίας, τοῦ αὐτοκεφάλου ἀρχιεπισκόπου τῆς Κυπρίων νήσου Χρυσόβουλλον Ἀλέξ. Κομν. παρὰ Montfauc. Bibl. Coisl. σ. 103, 47, κτλ.
Spanish (DGE)
-ον
autónomo de las iglesias no sometidas a los patriarcas, Theod.Lect.Epit.436, cf. αὐ. per se ipsos habent caput, Gloss.5.210.