περιτιάρα: Difference between revisions
From LSJ
(6_9) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=peritiara | |Transliteration C=peritiara | ||
|Beta Code=peritia/ra | |Beta Code=peritia/ra | ||
|Definition=[ | |Definition=[ᾱρ], ας, ἡ, [[round cap]], Tz.''H.''8.310:—Dim. [[περιάριον]], τό, Sch.Tz. in ''An.Ox.''3.358. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''περιτιάρα''': ἡ, [[περικάλυμμα]] κεφαλῆς, [[κυρίως]] τῶν πολιτῶν, Τζέτζ. Ἱστ. 8. 310· ― περιτιάριον παρὰ τῷ αὐτῷ ἐν Ἀνεκδ. Κραμ. τ. 3. 358, 17. | |lstext='''περιτιάρα''': ἡ, [[περικάλυμμα]] κεφαλῆς, [[κυρίως]] τῶν πολιτῶν, Τζέτζ. Ἱστ. 8. 310· ― περιτιάριον παρὰ τῷ αὐτῷ ἐν Ἀνεκδ. Κραμ. τ. 3. 358, 17. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ἡ, Μ<br />[[περικάλυμμα]] του κεφαλιού που έφεραν [[κυρίως]] πολιτικοί αξιωματούχοι.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[τιάρα]] «[[κάλυμμα]] της κεφαλής που φορούσαν σε επίσημες περιστάσεις»]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:30, 25 August 2023
English (LSJ)
[ᾱρ], ας, ἡ, round cap, Tz.H.8.310:—Dim. περιάριον, τό, Sch.Tz. in An.Ox.3.358.
Greek (Liddell-Scott)
περιτιάρα: ἡ, περικάλυμμα κεφαλῆς, κυρίως τῶν πολιτῶν, Τζέτζ. Ἱστ. 8. 310· ― περιτιάριον παρὰ τῷ αὐτῷ ἐν Ἀνεκδ. Κραμ. τ. 3. 358, 17.
Greek Monolingual
ἡ, Μ
περικάλυμμα του κεφαλιού που έφεραν κυρίως πολιτικοί αξιωματούχοι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + τιάρα «κάλυμμα της κεφαλής που φορούσαν σε επίσημες περιστάσεις»].