μασητικός: Difference between revisions

From LSJ

αἵματος ῥυέντος ἐκχλοιοῦνται → when the blood runs, they turn pale

Source
(6_10)
 
m (pape replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''μασητικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς τὴν μάσησιν, Ἐπιφαν. π. Αἱρ. 64.
|lstext='''μασητικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς τὴν μάσησιν, Ἐπιφαν. π. Αἱρ. 64.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (Α [[μασητικός]], -ή, -όν)<br />[[μασώ]]<br />ο [[σχετικός]] με τη [[μάσηση]].
}}
{{pape
|ptext=<i>zum [[Kauen]] [[gehörig]]</i>, Sp.
}}
}}

Latest revision as of 16:54, 24 November 2022

Greek (Liddell-Scott)

μασητικός: -ή, -όν, ἀνήκων εἰς τὴν μάσησιν, Ἐπιφαν. π. Αἱρ. 64.

Greek Monolingual

-ή, -ό (Α μασητικός, -ή, -όν)
μασώ
ο σχετικός με τη μάσηση.

German (Pape)

zum Kauen gehörig, Sp.