ἀστερωτός: Difference between revisions

(big3_7)
m (LSJ1 replacement)
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=asterotos
|Transliteration C=asterotos
|Beta Code=a)sterwto/s
|Beta Code=a)sterwto/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">starred</b>, φιάλη <span class="title">IG</span>11(2).199<span class="title">B</span>8,42 (iii B. C.); πῖλος <span class="bibl">Sallust.4</span>.</span>
|Definition=ἀστερωτή, ἀστερωτόν, [[starred]], φιάλη ''IG''11(2).199''B''8,42 (iii B. C.); πῖλος Sallust.4.
}}
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />[[que tiene adornos en forma de estrellas]] φιάλη <i>IG</i> 11(2).199B.8 (Delos III a.C.), πῖλος Sallust.4.7, cf. Iul.<i>Or</i>.8.165<br /><b class="num"></b>[[que tiene manchas en forma de estrellas]] de los huevos de las gallinas pintadas, Ar.Byz.<i>Epit</i>.1.28.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀστερωτός''': -όν, [[πλήρης]] ἀστέρων, [[κατάστερος]], Ἰουλιαν. 165Β.
|lstext='''ἀστερωτός''': -όν, [[πλήρης]] ἀστέρων, [[κατάστερος]], Ἰουλιαν. 165Β.
}}
}}
{{DGE
{{grml
|dgtxt=-οῦ, <br />[[que tiene adornos en forma de estrellas]] φιάλη <i>IG</i> 11(2).199B.8 (Delos III a.C.), πῖλος Sallust.4.7, cf. Iul.<i>Or</i>.8.165<br /><b class="num"></b>[[que tiene manchas en forma de estrellas]] de los huevos de las gallinas pintadas, Ar.Byz.<i>Epit</i>.1.28.
|mltxt=-ή, -ό (AM [[ἀστερωτός]], -ή, -όν)<br />ο [[έναστρος]], ο [[γεμάτος]] άστρα<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που έχει το [[σχήμα]] άστρου<br /><b>2.</b> [[εκείνος]] που [[είναι]] στολισμένος με διακοσμητικά μοτίβα σε [[σχήμα]] άστρου<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που μοιάζει με [[άστρο]], που λάμπει σαν [[άστρο]].
}}
}}

Latest revision as of 11:31, 25 August 2023

English (LSJ)

ἀστερωτή, ἀστερωτόν, starred, φιάλη IG11(2).199B8,42 (iii B. C.); πῖλος Sallust.4.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
que tiene adornos en forma de estrellas φιάλη IG 11(2).199B.8 (Delos III a.C.), πῖλος Sallust.4.7, cf. Iul.Or.8.165
que tiene manchas en forma de estrellas de los huevos de las gallinas pintadas, Ar.Byz.Epit.1.28.

Greek (Liddell-Scott)

ἀστερωτός: -όν, πλήρης ἀστέρων, κατάστερος, Ἰουλιαν. 165Β.

Greek Monolingual

-ή, -ό (AM ἀστερωτός, -ή, -όν)
ο έναστρος, ο γεμάτος άστρα
νεοελλ.
1. αυτός που έχει το σχήμα άστρου
2. εκείνος που είναι στολισμένος με διακοσμητικά μοτίβα σε σχήμα άστρου
αρχ.
αυτός που μοιάζει με άστρο, που λάμπει σαν άστρο.