ἀνδρωνύμιον: Difference between revisions
From LSJ
Δούλου γὰρ οὐδὲν χεῖρον οὐδὲ τοῦ καλοῦ → Res nulla servo peior est, etiam bono → Ein Sklave ist das schlechteste, selbst wenn er gut
(2) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=andronymion | |Transliteration C=andronymion | ||
|Beta Code=a)ndrwnu/mion | |Beta Code=a)ndrwnu/mion | ||
|Definition=[ῠ], τό, | |Definition=[ῠ], τό, [[proper name]], Theognost.''Can.''9, Sch.Ar.''V.''1239. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ου, τό [[nombre de persona]] Theognost.<i>Can</i>.27. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀνδρωνύμιον''': [ῠ], τό, ([[ἀνήρ]], [[ὄνομα]]) ἀνδρὸς [[ὄνομα]], [[οὕτως]] [[ἀναγνωστέον]] ἐν Θεογνώστ. Καν. 9 καὶ ἐν Σχολ. εἰς Ἀριστοφ. Σφ. 1231: - ἀνδρωνῠμικόν (δηλ. [[ὄνομα]]), τό, [[ὄνομα]] μεταβιβασθὲν ἀπὸ ζῴου εἰς ἄνθρωπον· π.χ. Σκύμνος, Πῶλος, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Σ. 319. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:55, 25 August 2023
English (LSJ)
[ῠ], τό, proper name, Theognost.Can.9, Sch.Ar.V.1239.
Spanish (DGE)
-ου, τό nombre de persona Theognost.Can.27.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνδρωνύμιον: [ῠ], τό, (ἀνήρ, ὄνομα) ἀνδρὸς ὄνομα, οὕτως ἀναγνωστέον ἐν Θεογνώστ. Καν. 9 καὶ ἐν Σχολ. εἰς Ἀριστοφ. Σφ. 1231: - ἀνδρωνῠμικόν (δηλ. ὄνομα), τό, ὄνομα μεταβιβασθὲν ἀπὸ ζῴου εἰς ἄνθρωπον· π.χ. Σκύμνος, Πῶλος, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Σ. 319.