ἀριστόνικος: Difference between revisions
ἐπέμψατε ἀγγέλους τοῖς ἀλλήλοις ὥστε ἔγνωτε τὸν κίνδυνον → you sent messengers to one another so that you knew the danger
(6) |
m (Text replacement - "[<b class="b3">ᾰ], ον,</b>" to "[ᾰ], ον,") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=aristonikos | |Transliteration C=aristonikos | ||
|Beta Code=a)risto/nikos | |Beta Code=a)risto/nikos | ||
|Definition=[ | |Definition=[ᾰ], ον, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> <b class="b2">gaining glorious victory</b>, κράτος <span class="title">Trag.Adesp.</span> 97.</span> | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 20:55, 30 June 2020
English (LSJ)
[ᾰ], ον,
A gaining glorious victory, κράτος Trag.Adesp. 97.
Greek (Liddell-Scott)
ἀριστόνῑκος: -ον, ὁ διδούς, ὁ παρέχων ἀρίστην νίκην, λαβών ἀριστόνικον ἐν μάχῃ κράτος Ἀθήν. 457Β, ἐν τῷ χωρίῳ τούτῳ ὑποκρύπτεται λογοπαίγνιον ἔχον σχέσιν πρὸς τὸ κύριον ὄνομα Ἀριστόνικος. ΙΙ. ὁ ἐνδόξως νικῶν, στρατάρχης ἀριστόνικος, νίκαις πολλαῖς ἐκπρέπων Κωνστ. Μανασσ. Χρον. 3188.
Spanish (DGE)
(ἀριστόνῑκος) -ον
• Grafía: graf. -νεικ- IG 12(5).521 (Citno I/II d.C.)
• Prosodia: [ᾰ-]
que obtiene la mejor victoria κράτος Trag.Adesp.91, τὸν ἀριστόνεικον τὸν ἀρχιαιρέα IG l.c. (tal vez n. pr.).
Greek Monolingual
ἀριστόνικος, -ον (AM)
αυτός που κερδίζει ένδοξη νίκη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άριστος + -νικος < νίκη.