άδειπνος: Difference between revisions
From LSJ
(1) |
m (Text replacement - "εῑπν" to "εῖπν") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἄδειπνος]], -ον) [[ | |mltxt=-η, -ο (Α [[ἄδειπνος]], -ον) [[δεῖπνον]]<br />αυτός που δεν δείπνησε, που δεν έφαγε βραδινό [[φαγητό]], ο [[αδείπνητος]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 20:29, 27 January 2022
Greek Monolingual
-η, -ο (Α ἄδειπνος, -ον) δεῖπνον
αυτός που δεν δείπνησε, που δεν έφαγε βραδινό φαγητό, ο αδείπνητος.