δορυσσόητος: Difference between revisions

From LSJ

Οὐδείς, ὃ νοεῖς μὲν, οἶδεν, ὃ δέ ποιεῖς, βλέπει → Quid cogites, scit nemo; quid facias, patet → nicht weiß man, was du denkst, doch sieht man, was du tust

Menander, Monostichoi, 424
(9)
(4)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δορυσσόητος]], -ον (Α)<br />ο [[δορυσσόος]].
|mltxt=[[δορυσσόητος]], -ον (Α)<br />ο [[δορυσσόος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''δορυσσόητος:''' -ον, = [[δορυσσόος]], <i>μόχθων δορυσσοήτων</i>, λέγεται για τους αγώνες και τους μόχθους της μάχης, σε Σοφ.
}}
}}

Revision as of 21:04, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δορυσσόητος Medium diacritics: δορυσσόητος Low diacritics: δορυσσόητος Capitals: ΔΟΡΥΣΣΟΗΤΟΣ
Transliteration A: doryssóētos Transliteration B: doryssoētos Transliteration C: doryssoitos Beta Code: dorusso/htos

English (LSJ)

ον, = sq., μόχθων δορυσσοήτων of the toils

   A of battle, S.Aj.1188.

Greek (Liddell-Scott)

δορυσσόητος: -ον, = δορυσσόος, μόχθων δορυσσοήτων, ἐπὶ τῶν ἀγώνων καὶ μόχθων τῆς μάχης, Σοφ. Αἴ. 1188 (οὕτω τὸ Λαυρεντ. χφον, καὶ οὕτω τὸ μέτρον ἀπαιτεῖ, ἀντὶ δορυσσόντων), πρβλ. δορυσσόος, ἀσπιστής· καὶ ὁ Bergk προτείνει διόρθωσιν δορυσσόητα (ἀντὶ -οντα) ἐν Εὐρ. Ἡρακλ. 774.

Spanish (DGE)

-ον agitado por la lanza μόχθοι S.Ai.1187.

Greek Monolingual

δορυσσόητος, -ον (Α)
ο δορυσσόος.

Greek Monotonic

δορυσσόητος: -ον, = δορυσσόος, μόχθων δορυσσοήτων, λέγεται για τους αγώνες και τους μόχθους της μάχης, σε Σοφ.