αγελαδοκόμος: Difference between revisions

From LSJ

εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης → the best goal is defending your country

Source
(1)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο<br />αυτός που εκτρέφει συστηματικά και συντηρεί αγελάδες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αγελάδα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>κόμος</i> <span style="color: red;"><</span> <i>κομῶ</i> (= [[περιποιούμαι]]).<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[αγελαδοκομία]], <i>αγελαδοκομικός</i>].
|mltxt=ο<br />αυτός που εκτρέφει συστηματικά και συντηρεί αγελάδες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αγελάδα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>κόμος</i> <span style="color: red;"><</span> <i>κομῶ</i> (= [[περιποιούμαι]]).<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[αγελαδοκομία]], <i>αγελαδοκομικός</i>].
}}
}}

Latest revision as of 22:20, 29 December 2020

Greek Monolingual

ο
αυτός που εκτρέφει συστηματικά και συντηρεί αγελάδες.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αγελάδα + -κόμος < κομῶ (= περιποιούμαι).
ΠΑΡ. αγελαδοκομία, αγελαδοκομικός].