θιός: Difference between revisions
From LSJ
αἱ δεύτεραί πως φροντίδες σοφώτεραι → somehow second thoughts are wiser, the second thoughts are invariably wiser, second thoughts are best
(17) |
(2b) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (ΑΜ [[θιός]])<br />[[θεός]] (α. «[[θιός]] [[τόνε]] στέλνει», Παπαδ.<br />β. «[[θιός]] σχωρέσ' τον»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βοιωτ. και κρητ. τ. του [[θεός]]. Ο νεοελλ. [[θιός]] <span style="color: red;"><</span> [[θεός]] με [[μετατροπή]] του ατόνου [[e]] σε ημίφωνο [[i]] προ φωνήεντος (<b>[[πρβλ]].</b> [[μηλέα]] > <i>μηλεά</i> > [[μηλιά]])]. | |mltxt=ο (ΑΜ [[θιός]])<br />[[θεός]] (α. «[[θιός]] [[τόνε]] στέλνει», Παπαδ.<br />β. «[[θιός]] σχωρέσ' τον»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βοιωτ. και κρητ. τ. του [[θεός]]. Ο νεοελλ. [[θιός]] <span style="color: red;"><</span> [[θεός]] με [[μετατροπή]] του ατόνου [[e]] σε ημίφωνο [[i]] προ φωνήεντος (<b>[[πρβλ]].</b> [[μηλέα]] > <i>μηλεά</i> > [[μηλιά]])]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''θιός:''' ὁ беот. = [[θεός]] I. | |||
}} | }} |
Revision as of 21:56, 31 December 2018
Greek (Liddell-Scott)
θιός: «θεός. Κρῆτες» Ἡσύχ.
Greek Monolingual
ο (ΑΜ θιός)
θεός (α. «θιός τόνε στέλνει», Παπαδ.
β. «θιός σχωρέσ' τον»).
[ΕΤΥΜΟΛ. Βοιωτ. και κρητ. τ. του θεός. Ο νεοελλ. θιός < θεός με μετατροπή του ατόνου e σε ημίφωνο i προ φωνήεντος (πρβλ. μηλέα > μηλεά > μηλιά)].
Russian (Dvoretsky)
θιός: ὁ беот. = θεός I.