ιμανήθρη: Difference between revisions

From LSJ

ἐὰν ἐκπέσῃ τὸ σιδήριον καὶ αὐτὸς πρόσωπον ἐτάραξεν καὶ δυνάμεις δυναμώσει καὶ περισσεία τοῦ ἀνδρείου σοφία (Ecclesiastes 10:10, LXX version) → If the iron axe fails, and the man has furrowed his brow, he will gather his strength, and the redoubling of his manly vigor will be the wise thing.

Source
(17)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἱμανήθρη]], ἡ (Α)<br />[[ιμονιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. συνδέεται με τον τ. <i>ιμάς</i>, -<i>άντος</i> (<b>βλ.</b> [[ιμάντας]]) και προέρχεται πιθ. από <i>ἱμανῶ</i> <span style="color: red;"><</span> <i>ἵμων</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[ιμονιά]]). Εμφανίζει [[επίθημα]] -<i>η</i>-<i>θρα</i> (<span style="color: red;"><</span> [[επίθημα]] -<i>θρον</i> / -<i>θρα</i> παρεκτεταμένο με -<i>η</i>-), <b>[[πρβλ]].</b> <i>δακτυλ</i>-<i>ήθρα</i>, <i>κολυμβ</i>-<i>ήθρα</i>].
|mltxt=[[ἱμανήθρη]], ἡ (Α)<br />[[ιμονιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. συνδέεται με τον τ. <i>ιμάς</i>, -<i>άντος</i> (<b>βλ.</b> [[ιμάντας]]) και προέρχεται πιθ. από <i>ἱμανῶ</i> <span style="color: red;"><</span> <i>ἵμων</i> ([[πρβλ]]. [[ιμονιά]]). Εμφανίζει [[επίθημα]] -<i>η</i>-<i>θρα</i> (<span style="color: red;"><</span> [[επίθημα]] -<i>θρον</i> / -<i>θρα</i> παρεκτεταμένο με -<i>η</i>-), [[πρβλ]]. <i>δακτυλ</i>-<i>ήθρα</i>, <i>κολυμβ</i>-<i>ήθρα</i>].
}}
}}

Revision as of 09:59, 23 August 2021

Greek Monolingual

ἱμανήθρη, ἡ (Α)
ιμονιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται με τον τ. ιμάς, -άντος (βλ. ιμάντας) και προέρχεται πιθ. από ἱμανῶ < ἵμων (πρβλ. ιμονιά). Εμφανίζει επίθημα -η-θρα (< επίθημα -θρον / -θρα παρεκτεταμένο με -η-), πρβλ. δακτυλ-ήθρα, κολυμβ-ήθρα].